Οι αδιστακτοι δολοφόνοι του ΚΚΕ, 15 αστυφυλάκων, 35 χωροφυλάκων, της ηθοποιού Ελένης Παπαδάκη και άλλων πολιτών στα διϋλιστήρια της ΟΥΛΕΝ το Δεκεμβριο 1944.
Στη φωτό οι "καπετανιοι" τουΕΛΑΣ: Ορέστης
Διαμαντής και Γιώτης.
Angelos Grammenos
... Οι αδιστακτοι δολοφόνοι του ΚΚΕ, 15 αστυφυλάκων, 35 χωροφυλάκων, της ηθοποιού Ελένης Παπαδάκη και άλλων πολιτών στα διϋλιστήρια της ΟΥΛΕΝ το Δεκεμβριο 1944.
Αποκαλυπτικές είναι οι αναφορές των εφημερίδων της εποχής σχετικά με τη δίκη των εκτελεστών της Ελένης Παπαδάκη: «Την 9.30' πρωινήν της χθες επανελήφ&η εις το κακουργοδικείον η διϋλιστήρια τα διϋλιστήρια της Ούλεν κατά τη νύκτα της 9ης προς την 10ην Δεκεμβρίου του 1944.
Μετά την εξέτασιν των μαρτύρων της υπερασπίσεως Γ. Σπανοπούλου, Εμμ. Γκανιού και Στ. Μπιρμπίλη ήρχισαν αι απολογίαι των κατηγορουμένων.
Πρώτος απελογήθη ο I. Κουκούτσης, διοικητής του τμήματος των ελασιτών που απετέλουν την φρουράν των διυλιστηρίων της Ούλεν κατά τη διάρκειαν του Δεκεμβριανού κινήματος. Ούτος ηρνή&η ότι μετέσχεν εις τας εκτελέσεις.
Ισχυρίζεται ότι ταύτας ενήργησεν εν αγνοία του η πολιτοφυλκή η οποία ετέλει υπό τας διαταγάς ενός καπετάν Ορέστη. Αυτός την νύκτα του εγκλήματος ευρίσκετο εις το γραφείον της φρουράς όπου του έφεραν τον διασωθέντα χωροφύλακα Αθανασόπουλον.
Πρόεδρος: Ποιος έφερε τον Αθανασόπουλο στο γραφείο σου;
Κατηγορούμενος: Ενας Δημητρακόπουλος που ανήκε στην πολιτοφυλακή. Μου είπε να τον κρατήσω ως την άλλη μέρα που 3α μου έφερναν σημείωμα διά την απόλυσίν του. Πράγμα που έγινε την επομένην.
Ο Κουκούτσης εν συνεχεία λέγει ότι από τον Αθανασόπουλον, επληροφορήθη ότι μέχρι της στιγμής εκείνης είχαν εκτελεσθή 18 χωροφύλακες. Ισχυρίζεται ότι λίγο αργότερα έφυγε από την Ούλεν διά να Αποκαλυπτικές είναι οι αναφορές των εφημερίδων της εποχής σχετικά με τη δίκη των εκτελεστών της Ελένης Παπαδάκη: «Την 9.30' πρωινήν της χθες επανελήφ&η εις το κακουργοδικείον η διακοπείσα τη νύκτα του Σαββάτου δίκη των I. Κουκούτση, Π. Τζογανάκη, Στ. Λιόλιου, Βλ. Μακαρώνα, I. Κεφαλά, Χρ. Λοριτ- τή, Ζαχ. Λιόλιου, Θ. Ταμπακοπούλου και Ν. Ταμπακοπούλου, κατηγορουμένων διά την εκτέλεσιν των 37 ανδρών της χωροφυλακής εις τα διϋλιστήρια της Ούλεν κατά τη νύκτα της 9ης προς την 10ην Δεκεμβρίου του 1944.
Μετά την εξέτασιν των μαρτύρων της υπερασπίσεως Γ. Σπανοπούλου, Εμμ. Γκανιού και Στ. Μπιρμπίλη ήρχισαν αι απολογίαι των κατηγορουμένων.
Πρώτος απελογήθη ο I. Κουκούτσης, διοικητής του τμήματος των ελασιτών που απετέλουν την φρουράν των διυλιστηρίων της Ούλεν κατά τη διάρκειαν του Δεκεμβριανού κινήματος. Ούτος ηρνή&η ότι μετέσχεν εις τας εκτελέσεις.
Ισχυρίζεται ότι ταύτας ενήργησεν εν αγνοία του η πολιτοφυλκή η οποία ετέλει υπό τας διαταγάς ενός καπετάν Ορέστη. Αυτός την νύκτα του εγκλήματος ευρίσκετο εις το γραφείον της φρουράς όπου του έφεραν τον διασωθέντα χωροφύλακα Αθανασόπουλον.
Πρόεδρος: Ποιος έφερε τον Αθανασόπουλο στο γραφείο σου;
Κατηγορούμενος: Ενας Δημητρακόπουλος που ανήκε στην πολιτοφυλακή. Μου είπε να τον κρατήσω ως την άλλη μέρα που 3α μου έφερναν σημείωμα διά την απόλυσίν του. Πράγμα που έγινε την επομένην.
Ο Κουκούτσης εν συνεχεία λέγει ότι από τον Αθανασόπουλον, επληροφορήθη ότι μέχρι της στιγμής εκείνης είχαν εκτελεσθή 18 χωροφύλακες. Ισχυρίζεται ότι λίγο αργότερα έφυγε από την Ούλεν διά να μεταφέρη εις το νοσοκομείον της Νέας Ιωνίας έναν σκοπόν που ελιποθύμησε.
Οταν επέστρεψε άρχισε να ξημερώνη. Τότε πήγε στον Θάλαμο και τον βρήκε ένας αντάρτης ονόματι Μπάμπης ο οποίος του ζήτησε λίγο οινόπνευμα γιατί είχε κόψει το δάχτυλο του. Εκ των υστέρων έμαθε ότι ο Μπάμπης αυτός ετραυματίσθη με το ίδιο του το μαχαίρι καθ' ήν στιγμήν έσφαζε τους χωροφύλακας. Τας εκτελέσεις τας έμαθε την άλλη μέρα όταν είδε διαφόρους της πολιτοφυλακής να κουβαλάνε μέσα σε κουβέρτες και σε τσουβάλια, πράγματα ανήκοντα εις τους χωροφύλακας.
Πρόεδρος: Ποιος τους εξετέλεσε;
Κουκούτσης: Ο Τζογανάκης και ο Στεφανής Λιόλιος τους οποίους εξηνάγκασε προς τούτο ο Ορέστης απειλώντας τους με το αυτόματο.
Πρόεδρος: Πώς εσύ αφού ήσουνα διοικητής της φρουράς δεν ήξερες ότι 9α γίνουν εκτελέσεις;
Κατηγορούμενος: Η πολιτοφυλακή έκανε ό,τι ήθελε. Και αυτός που ήταν επικεφαλής της ο καπετάν Ορέστης διέτασσε. Εμαθα ότι έγινε αργότερα στρατοδικείο από τους ελασίτες και τον εκτελέσανε για τα έκτροπα που έκανε.
Πρόεδρος: Πώς τους σκοτώνανε;
Κατηγορούμενος: Ο Τζογανάκης μου είπε ότι ο Ορέστης τους έδωσε το τσεκούρι. Χτύπαγε ο Τζογανάκης με την ανάποδη του τσεκουριού στο πίσω μέρος του κεφαλιού τον εκτελούμενο. Υστερα τον πέρνανε δύο της πολιτοφυλακής και τον πηγαίνανε πιο πέρα όπου τους έσφαζε αποτελειώνοντάς τους ο αντάρτης Μπάμπης. Ετσι εκτελεστήκανε όλοι οι χωροφύλακες. Ο Στέφ. Λιόλιος εξετέλεσε τον τελευταίο. Τους πέρνανε έναν-έναν από το το στρατόπεδο, τους λέγανε ότι θα πάνε γι' ανάκριση, τους γδύνονε κι ύστερα τους παραδίνανε για εκτέλεση.
Καλείται και αρχίζει απολογούμενος ακολούθως ο Πέτρ. Τζογανάκης. Ούτος λέει ότι κατετάγη στον ΕΛΑΣ ένα μήνα πριν φύγουν οι Γερμανοί από την Αθήνα και ότι ήθελε ν' αγωνισθή για τη λαοκρατία και όχι να γίνουν αυτά που έγιναν. Στην Ούλεν πήγε μαζί με την άλλη φρουρά για να φυλάξουνε το νερό.
- Μια μέρα, συνεχίζει, εκάλεσε ο Κουκούτσης εμένα, τον Στέφ. Λιόλιο, τον Μακαρώνα και δύο άλλους αντάρτες του βουνού, τον Θωμά και τον Μπάμπη και μας είπε ν' ανοίξουμε ένα λάκκο 90 πόντους βάθος και δύο μέτρα φάρδος. Σκάψαμε και τον ανοίξαμε τον λάκκο. Ηταν 9 Δεκεμβρίου. Κατά τις 8 το βράδυ ήρθε ο Ορέστης με πέντε πολιτοφύλακες.
Μού είπε: Τώρα θα φέρουνε έναν- έναν αυτούς που έχουν καταδικασθή εις θάνατο από το λαϊκό δικαστήριο. Θα κάνης ό,τι σε διατάξω. Εναν-έναν θα τον φέρνουνε εδώ και θα του δίνουν διαταγή να καθήση για να βγάλη τα παπούτσια του. Τότε εσύ θα τον κτυπάς στο πίσω μέρος του κεφαλιού καθώς θα σκύβη με την ανάποδη του τσεκουριού. Αν δεν το κάνεις, θα σε εκτελέσω εσένα. Μου είπε ακόμη ότι ήταν προδότες και όργανα των Ες-Ες. Και μούδωκε το τσεκούρι.
Πρόεδρος: Πώς γινόταν η εκτέλεσις;
Τζογανάκης: Επαιρναν έναν έναν από το κρατητήριο. Τον πηγαίνανε στον Ορέστη. Αυτός με άλλους πολιτοφύλακες τον έγδυναν. «Γδύ- σου, του λέγανε για να φας ένα ξύλο αντάρτικο». Υστερα τον ωδηγούσανε στο μέρος που βρισκόμουνα εγώ. Δηλαδή καμιά δεκαριά μέτρα πιο δω από το λάκκο. Εκεί του λέγανε: «Βγάλε τα παπούτσια σου».
Καθώς έσκυβε αυτός να βγάλη τα παπούτσια του εγώ που βρισκόμουνα πίσω του τον χτύπαγα με το τσεκούρι στο κεφάλι. Σωριαζότανε κάτω. Τότε τον έπαιρναν δύο πολιτοφύλακες. Ο ένας από τα πόδια, ο άλλος από τους ώμους και τον πηγαίναμε κοντά οτον λάκκο. Εκεί τον παραλάβαινε ο Μπάμπης και του έκοβε τον λαιμό με το μαχαίρι. Υστερα τον ρίχνανε στο λάκκο.
Πρόεδρος: Εσύ πόσους σκότωσες με το τσεκούρι.
Τζογανάκης: Εικοσιοχτώ.
Πρόεδρος: Μόνος;
Τζογανάκης: Μόνος.
Πρόεδρος: Ο Μακαρώνας;
Τζογανάκης: Αυτός τους έφερνε από το κρατητήριο. Δεν τους σκότωνε.
Πρόεδρος: Ο Στέφανος Λιόλιος;
Τζογανάκης: Αυτός βρισκότανε κοντά μου. Είχε λιποθυμήσει από αυτά που έβλεπε και είχε πέσει χάμω. Μετά από μένα πήρε το τσεκούρι ο αντάρτης ο Θωμάς και σκότωσε τους άλλους εκτός από τον τελευταίο που τον σκότωσε ο Λιόλιος. Αυτός ο τελευταίος είχε τρελλαθή από τον φόβο του και εστριφογύριζε. Τότε τον πιάσανε οι πολιτοφύλακες και τον κρατήσανε ακίνητο για να τον χτυπήσει ο Λιόλιος. Ο σκοτωμός αυτός κράτησε από τις 8 το βράδυ μέχρι τις 5 το πρωί.
Πρόεδρος: Τον Κασόλα τον αξιωματικό ποιος τον σκότωσε;
Τζογανάκης: Εγώ χωρίς να τον ξέρω. Τον φέρανε πρώτο πρώτο.
Εισαγγελεύς: Το θύμα καταλάβαινε ότι επρόκειτο να εκτελεστή;
Τζογανάκης: Οχι, Γιατί ήταν σκοτεινά. Κι εγώ είχα κρυμμένο το τσεκούρι για να μη το βλέπη.
Εισαγγελεύς:Σού ξέφυγε ποτέ το τσεκούρι;
Τζογανάκης: Οχι. Με το χτύπημα έπεφτε αμέσως κάτω και τον παίρνανε.
Εισαγγελεύς: Δε βογγάγανε;
Τζογανάκης: Οχι.
Εις σχετικήν ερώτησιν του κ. εισαγγελέως ο κατηγορούμενος ομολογεί ότι πριν από τους τριάντα εφτά χωροφύλακες είχανε εκτελέσει 4 πολίτες. Απ' αυτούς ο Μακαρώνας ε- ξετέλεσε 2 και από τους άλλους, τον ένα αυτός και τον άλλο ο Στέφ. Λιόλιος.
Εισαγγελεύς: Και τους αστυφύλακες ποιος τους εξετέλεσε;
Τζογανάκης: Εγώ. Λίγες μέρες πριν απ' τους χωροφύλακες εσκότωσα και τους 15 αστυφύλακες.
Εν συνεχεία ο Τζογανάκης λέγει ότι η καλ- λιτέχνις του Εθνικού Θεάτρου Ελένη Παπα- δάκη εξετελέσθη από τον Μακαρώνα. Εις σχετικός ερωτήσεις των κ.κ. συνέδρων και ενόρκων, λέγει ότι τους φόνους τους διέπραξε διότι διετάχθη, αν ηρνείτο θα τον σκότωνε ο Ορέστης και οι πολιτοφύλακές του.
Καλείται ακολούθως και απολογείται ο Βλ. Μακαρώνας. Αρνείται ότι έλαβε μέρος στο άνοιγμα του λάκκου. Ομολογεί ότι αυτός μόνο έπαιρνε τους υπό εκτέλεσιν από το κρατητήριο και τους πήγαινε στους εκτελεστός.
Πρόεδρος: Εσύ δεν χτύπησες κανένα;
Μακαρώνας: Οχι.
Πρόεδρος: Την Παπαδάκη εσύ την σκότωσες;
Μακαρώνας: Μάλιστα. Εγώ την σκότωσα. Μου δώσανε να τη χτυπήσω με το τσεκούρι. Δεν μπόρεσα όμως και την σκότωσα με το πιστόλι. Δεν θυμάμαι πόσες σφαίρες της έρριξα. Μία ή δύο. Την εκτέλεσι αυτή την έκανα γιατί με απείλησε και με εξανάγκασε ο Ορέστης.
Πρόεδρος: Πόσους οδήγηοες στους εκτελεστός;
Κατηγορούμενος: Εφτά χωροφύλακες. Στην εκτέλεση των αστυφυλάκων δεν έλαβα μέρος.
Απολογείται κατόπιν ο Στέφ. Λιόλιος, ο οποίος ομολογεί ότι σκότωσε έναν χωροφύλακα και έναν πολίτη. Ελαβε μέρος στο άνοιγμα των λάκκων κατόπιν διαταγής του Μακαρώνα ο οποίος ήταν επιλοχίας. Ο πρώτος εκτελεσθείς την νύκτα της 9ης προς την 10ην Δεκεμβρίου ήταν ο Κασόλας. Μόλις τον φέρανε, ο Ορέστης του είπε:
«Γδύσου, για να φας ένα ξύλο αντάρτικο». Γδύθηκε. Υστερα τον πήγανε πιο κάτω και του είπανε να βγάλη τα παπούτσια του. Καθώς έσκυψε, τον χτύπησε με το τσεκούρι ο Τζογανάκης.
Πρόεδρος: Πόσους σκότωσε ο Τζογανάκης;
Κατηγορούμενος: 35 χωροφύλακες και 15 αστυφύλακες. Τους χτύπαγε με το τσεκούρι. Κατόπιν ο Μπάμπης ο αντάρτης τους έπαιρνε και τους έκοβε το κεφάλι με το μαχαίρι. Εμένα μου ήρθε λιποψυχία και έπεσα χάμω. Γία τον τελευταίο ήρθε ο Ορέστης και με σήκωσε με τις κλωτσιές. Μου έδωσε το τσεκούρι και αναγκάστηκα να χτυπήσω.
Καλούνται και απολογούνται ακολούθως οι κατηγορούμενοι I. Κεφάλας και Χ. Λουριτζής. Αυτοί αρνούνται ότι έλαβαν μέρος εις τας εκτελέσεις. Στη φρουρά της Ούλεν απεσπάσθησαν μετά την 20 Δεκεμβρίου του 1944. Εις το σημείον αυτό ώραν 2.30'μ.μ. διεκόπη η δίκη. Την 11η πρωινήν της σήμερον επανελήφθη εκ νέου και ήρχισεν απολογούμενος ο Ζαχαρίας Λιόλιος».
Εφημερίδα «Ακρόπολις».
Τότε πήγε στον Θάλαμο και τον βρήκε ένας αντάρτης ονόματι Μπάμπης ο οποίος του ζήτησε λίγο οινόπνευμα γιατί είχε κόψει το δάχτυλο του. Εκ των υστέρων έμαθε ότι ο Μπάμπης αυτός ετραυματίσθη με το ίδιο του το μαχαίρι καθ' ήν στιγμήν έσφαζε τους χωροφύλακας. Τας εκτελέσεις τας έμαθε την άλλη μέρα όταν είδε διαφόρους της πολιτοφυλακής να κουβαλάνε μέσα σε κουβέρτες και σε τσουβάλια, πράγματα ανήκοντα εις τους χωροφύλακας.
Πρόεδρος: Ποιος τους εξετέλεσε;
Κουκούτσης: Ο Τζογανάκης και ο Στεφανής Λιόλιος τους οποίους εξηνάγκασε προς τούτο ο Ορέστης απειλώντας τους με το αυτόματο.
Πρόεδρος: Πώς εσύ αφού ήσουνα διοικητής της φρουράς δεν ήξερες ότι 9α γίνουν εκτελέσεις;
Κατηγορούμενος: Η πολιτοφυλακή έκανε ό,τι ήθελε. Και αυτός που ήταν επικεφαλής της ο καπετάν Ορέστης διέτασσε. Εμαθα ότι έγινε αργότερα στρατοδικείο από τους ελασίτες και τον εκτελέσανε για τα έκτροπα που έκανε.
Πρόεδρος: Πώς τους σκοτώνανε;
Κατηγορούμενος: Ο Τζογανάκης μου είπε ότι ο Ορέστης τους έδωσε το τσεκούρι. Χτύπαγε ο Τζογανάκης με την ανάποδη του τσεκουριού στο πίσω μέρος του κεφαλιού τον εκτελούμενο. Υστερα τον πέρνανε δύο της πολιτοφυλακής και τον πηγαίνανε πιο πέρα όπου τους έσφαζε αποτελειώνοντάς τους ο αντάρτης Μπάμπης. Ετσι εκτελεστήκανε όλοι οι χωροφύλακες. Ο Στέφ. Λιόλιος εξετέλεσε τον τελευταίο. Τους πέρνανε έναν-έναν από το το στρατόπεδο, τους λέγανε ότι θα πάνε γι' ανάκριση, τους γδύνονε κι ύστερα τους παραδίνανε για εκτέλεση.
Καλείται και αρχίζει απολογούμενος ακολούθως ο Πέτρ. Τζογανάκης. Ούτος λέει ότι κατετάγη στον ΕΛΑΣ ένα μήνα πριν φύγουν οι Γερμανοί από την Αθήνα και ότι ήθελε ν' αγωνισθή για τη λαοκρατία και όχι να γίνουν αυτά που έγιναν. Στην Ούλεν πήγε μαζί με την άλλη φρουρά για να φυλάξουνε το νερό.
- Μια μέρα, συνεχίζει, εκάλεσε ο Κουκούτσης εμένα, τον Στέφ. Λιόλιο, τον Μακαρώνα και δύο άλλους αντάρτες του βουνού, τον Θωμά και τον Μπάμπη και μας είπε ν' ανοίξουμε ένα λάκκο 90 πόντους βάθος και δύο μέτρα φάρδος. Σκάψαμε και τον ανοίξαμε τον λάκκο. Ηταν 9 Δεκεμβρίου. Κατά τις 8 το βράδυ ήρθε ο Ορέστης με πέντε πολιτοφύλακες.
Μού είπε: Τώρα θα φέρουνε έναν- έναν αυτούς που έχουν καταδικασθή εις θάνατο από το λαϊκό δικαστήριο. Θα κάνης ό,τι σε διατάξω. Εναν-έναν θα τον φέρνουνε εδώ και θα του δίνουν διαταγή να καθήση για να βγάλη τα παπούτσια του. Τότε εσύ θα τον κτυπάς στο πίσω μέρος του κεφαλιού καθώς θα σκύβη με την ανάποδη του τσεκουριού. Αν δεν το κάνεις, θα σε εκτελέσω εσένα. Μου είπε ακόμη ότι ήταν προδότες και όργανα των Ες-Ες. Και μούδωκε το τσεκούρι.
Πρόεδρος: Πώς γινόταν η εκτέλεσις;
Τζογανάκης: Επαιρναν έναν έναν από το κρατητήριο. Τον πηγαίνανε στον Ορέστη. Αυτός με άλλους πολιτοφύλακες τον έγδυναν. «Γδύ- σου, του λέγανε για να φας ένα ξύλο αντάρτικο». Υστερα τον ωδηγούσανε στο μέρος που βρισκόμουνα εγώ. Δηλαδή καμιά δεκαριά μέτρα πιο δω από το λάκκο. Εκεί του λέγανε: «Βγάλε τα παπούτσια σου».
Καθώς έσκυβε αυτός να βγάλη τα παπούτσια του εγώ που βρισκόμουνα πίσω του τον χτύπαγα με το τσεκούρι στο κεφάλι. Σωριαζότανε κάτω. Τότε τον έπαιρναν δύο πολιτοφύλακες. Ο ένας από τα πόδια, ο άλλος από τους ώμους και τον πηγαίναμε κοντά οτον λάκκο. Εκεί τον παραλάβαινε ο Μπάμπης και του έκοβε τον λαιμό με το μαχαίρι. Υστερα τον ρίχνανε στο λάκκο.
Πρόεδρος: Εσύ πόσους σκότωσες με το τσεκούρι.
Τζογανάκης: Εικοσιοχτώ.
Πρόεδρος: Μόνος;
Τζογανάκης: Μόνος.
Πρόεδρος: Ο Μακαρώνας;
Τζογανάκης: Αυτός τους έφερνε από το κρατητήριο. Δεν τους σκότωνε.
Πρόεδρος: Ο Στέφανος Λιόλιος;
Τζογανάκης: Αυτός βρισκότανε κοντά μου. Είχε λιποθυμήσει από αυτά που έβλεπε και είχε πέσει χάμω. Μετά από μένα πήρε το τσεκούρι ο αντάρτης ο Θωμάς και σκότωσε τους άλλους εκτός από τον τελευταίο που τον σκότωσε ο Λιόλιος. Αυτός ο τελευταίος είχε τρελλαθή από τον φόβο του και εστριφογύριζε. Τότε τον πιάσανε οι πολιτοφύλακες και τον κρατήσανε ακίνητο για να τον χτυπήσει ο Λιόλιος. Ο σκοτωμός αυτός κράτησε από τις 8 το βράδυ μέχρι τις 5 το πρωί.
Πρόεδρος: Τον Κασόλα τον αξιωματικό ποιος τον σκότωσε;
Τζογανάκης: Εγώ χωρίς να τον ξέρω. Τον φέρανε πρώτο πρώτο.
Εισαγγελεύς: Το θύμα καταλάβαινε ότι επρόκειτο να εκτελεστή;
Τζογανάκης: Οχι, Γιατί ήταν σκοτεινά. Κι εγώ είχα κρυμμένο το τσεκούρι για να μη το βλέπη.
Εισαγγελεύς:Σού ξέφυγε ποτέ το τσεκούρι;
Τζογανάκης: Οχι. Με το χτύπημα έπεφτε αμέσως κάτω και τον παίρνανε.
Εισαγγελεύς: Δε βογγάγανε;
Τζογανάκης: Οχι.
Εις σχετικήν ερώτησιν του κ. εισαγγελέως ο κατηγορούμενος ομολογεί ότι πριν από τους τριάντα εφτά χωροφύλακες είχανε εκτελέσει 4 πολίτες. Απ' αυτούς ο Μακαρώνας ε- ξετέλεσε 2 και από τους άλλους, τον ένα αυτός και τον άλλο ο Στέφ. Λιόλιος.
Εισαγγελεύς: Και τους αστυφύλακες ποιος τους εξετέλεσε;
Τζογανάκης: Εγώ. Λίγες μέρες πριν απ' τους χωροφύλακες εσκότωσα και τους 15 αστυφύλακες.
Εν συνεχεία ο Τζογανάκης λέγει ότι η καλ- λιτέχνις του Εθνικού Θεάτρου Ελένη Παπα- δάκη εξετελέσθη από τον Μακαρώνα. Εις σχετικός ερωτήσεις των κ.κ. συνέδρων και ενόρκων, λέγει ότι τους φόνους τους διέπραξε διότι διετάχθη, αν ηρνείτο θα τον σκότωνε ο Ορέστης και οι πολιτοφύλακές του.
Καλείται ακολούθως και απολογείται ο Βλ. Μακαρώνας. Αρνείται ότι έλαβε μέρος στο άνοιγμα του λάκκου. Ομολογεί ότι αυτός μόνο έπαιρνε τους υπό εκτέλεσιν από το κρατητήριο και τους πήγαινε στους εκτελεστός.
Πρόεδρος: Εσύ δεν χτύπησες κανένα;
Μακαρώνας: Οχι.
Πρόεδρος: Την Παπαδάκη εσύ την σκότωσες;
Μακαρώνας: Μάλιστα. Εγώ την σκότωσα. Μου δώσανε να τη χτυπήσω με το τσεκούρι. Δεν μπόρεσα όμως και την σκότωσα με το πιστόλι. Δεν θυμάμαι πόσες σφαίρες της έρριξα. Μία ή δύο. Την εκτέλεσι αυτή την έκανα γιατί με απείλησε και με εξανάγκασε ο Ορέστης.
Πρόεδρος: Πόσους ωδήγηοες στους εκτελεστός;
Κατηγορούμενος: Εφτά χωροφύλακες. Στην εκτέλεσι των αστυφυλάκων δεν έλαβα μέρος.
Απολογείται κατόπιν ο Στέφ. Λιόλιος, ο οποίος ομολογεί ότι σκότωσε έναν χωροφύλακα και έναν πολίτη. Ελαβε μέρος στο άνοιγμα των λάκκων κατόπιν διαταγής του Μακαρώνα ο οποίος ήταν επιλοχίας. Ο πρώτος εκτελεσθείς την νύκτα της 9ης προς την 10ην Δεκεμβρίου ήταν ο Κασόλας. Μόλις τον φέρανε, ο Ορέστης του είπε:
«Γδύσου, για να φας ένα ξύλο αντάρτικο». Γδύθηκε. Υστερα τον πήγανε πιο κάτω και του είπανε να βγάλη τα παπούτσια του. Καθώς έσκυψε, τον χτύπησε με το τσεκούρι ο Τζογανάκης.
Πρόεδρος: Πόσους σκότωσε ο Τζογανάκης;
Κατηγορούμενος: 35 χωροφύλακες και 15 αστυφύλακες. Τους χτύπαγε με το τσεκούρι. Κατόπιν ο Μπάμπης ο αντάρτης τους έπαιρνε και τους έκοβε το κεφάλι με το μαχαίρι. Εμένα μου ήρθε λιποψυχία και έπεσα χάμω. Γία τον τελευταίο ήρθε ο Ορέστης και με σήκωσε με τις κλωτσιές. Μου έδωσε το τσεκούρι και αναγκάστηκα να χτυπήσω.
Καλούνται και απολογούνται ακολούθως οι κατηγορούμενοι I. Κεφάλας και Χ. Λουριτζής. Αυτοί αρνούνται ότι έλαβαν μέρος εις τας εκτελέσεις. Στη φρουρά της Ούλεν απεσπάσθησαν μετά την 20 Δεκεμβρίου του 1944. Εις το σημείον αυτό ώραν 2.30'μ.μ. διεκόπη η δίκη. Την 11η πρωινήν της σήμερον επανελήφθη εκ νέου και ήρχισεν απολογούμενος ο Ζαχαρίας Λιόλιος».
(Στοιχεία: Εφημερίδα «Ακρόπολις»).
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Το blog δεν φέρνει καμιά ευθύνη για τις αναδημοσιεύσεις πού κάνει! Τα παράπονά σας στους συνδέσμους των πηγών!